Υπάρχει μια ύποπτη ασυμμετρία σίγουρα στον διαμοιρασμό ειδήσεων στο ελληνικό κοινό, όταν τα πράγματα αφορούν την Αλβανία. Η Αλβανία θεωρείται μια κοιμισμένη χώρα, είτε σε καπιταλιστικό επίπεδο είτε σε επίπεδο κοινωνικών κινημάτων. Καμία από αυτές τις δηλώσεις όμως δεν είναι αληθής εντελώς. Αφενός η Αλβανία είναι ένα λειτουργικό καπιταλιστικό κράτος, και αυτό συνεπάγεται τους δικούς της ιδιαίτερους εκμεταλλευτικούς μηχανισμούς. Αφετέρου η εκμετάλλευση συστοιχίζεται πάντα με το αντίθετο της, κάποιοι αντιστέκονται. Φυσικά αυτό δεν σημαίνει ότι τα πράγματα είναι καθαρά διαχωρισμένα. Δεν είναι κάθε μορφή κινήματος θεμιτή, υπό την έννοια ότι δεν έρχονται τα κινήματα να αντισταθούν στο κράτος και στο κεφάλαιο ως κάτι εξωτερικό από αυτά. Είναι τα ίδια μέσα στις σχέσεις που προσπαθούν να αντισταθούν και να διαρρήξουν. Αυτό κάνει πάντα τα κινήματα μια δύσκολη υπόθεση, που χρειάζεται χρόνο δημιουργήσει πραγματικές ρήξεις, καθώς οι κοινωνικές σχέσεις του κράτους, της εκμετάλλευσης και της ανταλλαγής αναπαράγονται πολλές φορές μέσα στα κινήματα. Ο κόσμος που βιώνει την αλβανική καπιταλιστική πραγματικότητα έχει την δική του τροχιά ως προς αυτό το πρόβλημα, την δική του πορεία και χτίζει το δικό κίνημα, με τα δικά του ξεχωριστά σημεία αναφοράς στο δημόσιο χώρο και μνήμη. Το κίνημα που βρίσκεται στην κορυφή αυτής της πορείας, είναι το φοιτητικό κίνημα στα αλβανικά πανεπιστήμια το 2018-2019
Ι.Οι αιτίες
Το κίνημα σιγοέβραζε εδώ και καιρό. Ήδη εδώ και 5 χρόνια υπήρχαν πυρήνες πολιτικοποιημένων ανθρώπων στα αλβανικά δημόσια πανεπιστήμια που ήταν δυσαρεστημένοι με την κακή ποιότητα των παρεχόμενων υπηρεσιών. Από την διδασκαλία μέχρι τους εξοπλισμούς και τη θέρμανση, τα αλβανικά δημόσια πανεπιστήμια ήταν σταθερά μια δύσκολη εμπειρία. Η χαμηλή οικονομική ανάπτυξη της χώρας επίσης έδινε μικρές πιθανότητες κοινωνικής κινητικότητας.
Παρ’ όλα αυτά όμως η μακρά συνήθεια ενός χαμηλού επιπέδου ζωής έκανε αυτή την κατάσταση ανεκτή. Τα πράγματα εκτροχιάστηκαν όμως και πλέον πολύς κόσμος που πριν δεν σχετιζόταν με τους πολιτικούς πυρήνες, συγκρότησε σχετικά αυθόρμητα το κίνημα των φοιτητών όταν η κυβέρνηση προσπάθησε με μια σειρά νομοσχεδίων να μετακυλήσει το κόστος φοίτησης στους φοιτητές και ταυτόχρονα να υποτιμήσει περισσότερο τα δημόσια πανεπιστήμια τα οποία στην Αλβανία απευθύνονται στους φοιτητές χαμηλότερων εισοδημάτων. Η κυβέρνηση ανέβασε κόμιστρα για τις εξεταστικές (αν και η φοίτηση είναι δωρεάν, η συμμετοχή στις εξετάσεις πληρώνεται), μείωσε την φοιτητική εκπροσώπηση στη διοίκηση των πανεπιστημίων και ταυτόχρονα αύξησε την κρατική επιχορήγηση σε ιδιωτικά πανεπιστήμια υπό το καθεστώς μη-κερδοσκοπικών εταιριών. Η λογική της κυβέρνησης ήταν ότι αφενός τα υψηλότερα κόμιστρα θα οδηγήσουν σε έσοδα για τα δημόσια πανεπιστήμια τα οποία έτσι θα βελτιώσουν τις υποδομές τους, αφετέρου η ευνοϊκή μεταχείριση του ιδιωτικού εκπαιδευτικού τομέα θα δημιουργήσει περισσότερες επενδύσεις και συνεπώς θέσεις εργασίας για τους απόφοιτους των εκπαιδευτικών ιδρυμάτων. Φυσικά τίποτα από όλα αυτά δεν λειτουργεί έτσι στον άμεσο βραχύ χρόνο της ζωής των ανθρώπων. Το αποτέλεσμα για πολλά χρόνια όπως σωστά υποστηρίζουν οι φοιτητές θα είναι αντίστροφο: μείωση των φοιτητών λόγω οικονομικών δυσκολιών, καταστροφή και εγκατάλειψη των κρατικών πανεπιστημίων και άνθιση των ιδιωτικών. Σε μια πρώην ανατολική χώρα όπως η Αλβανία, με τις κοινωνικές και εισοδηματικές ανισότητες να είναι τεράστιες, και με τα ανώτερα στρώματα να είναι μπλεγμένα σε ένα δίκτυο προσωπικών σχέσεων με τα πολιτικά κόμματα και την μαφία, που είναι οι δύο βασικές μορφές πλοήγησης στην αγορά εργασίας, ένα τέτοιο νομοσχέδιο σήμαινε όχι απλά την υποτίμηση μεγάλου κομματιού των νέων Αλβανών. Σήμαινε επίσης την ενίσχυση ενός ευρύτερου κρατικού, “παρακρατικού” μηχανισμού που συστηματικά διαλύει και υποτιμά τις ζωές των κατοίκων της Αλβανίας, είτε εντός, είτε πολλές φορές και εκτός χώρας.
ΙΙ.Το κίνημα
Αυτό το τελευταίο γεγονός έδωσε μεγάλη ώθηση στο κίνημα τόσο εντός των φοιτητών όσο και εκτός. Μεγάλο μέρος της αλβανικής κοινωνίας είδε το κίνημα θετικά, κάτι που πίεσε την κυβέρνηση. Από το αρχικό τμήμα αρχιτεκτονικής στις 4 Δεκεμβρίου 2018 μέχρι τα μέσα Ιανουαρίου 2019 και άλλα τμήματα είχαν καταληφθεί ενώ οι πορείες των φοιτητών συγκέντρωναν χιλιάδες κόσμου. Εντός του φοιτητικού κόσμου συγκρούστηκαν τρεις πολιτικές γραμμές φοιτητικών νεολαίων. Οι οργανώσεις PD (δημοκρατικό κόμμα), LSI (σοσιαλιστικό κίνημα για την ένταξη) και το LPU (ανεξάρτητη φοιτητική παράταξη που δημιουργήθηκε ειδικά για τις κινητοποιήσεις). Οι δύο πρώτες οργανώσεις, σχετιζόμενες με το πολιτικό καθεστώς προσπάθησαν εξ αρχής να ηγεμονεύσουν στους αγώνες χωρίς να τα καταφέρουν, καθώς το πολιτικό σκηνικό της χώρας είναι εντελώς απαξιωμένο. Το φοιτητικό κίνημα επίσης για ανάλογους λόγους αρνήθηκε να συνδιαλλαχτεί με τις διάφορες εκκλήσεις του αριστερού πρωθυπουργού Rama, ο οποίος διατυμπάνιζε ότι είναι με το μέρος των διαδηλωτών αλλά θα πρέπει “όλα να γίνουν με υπομονή μέχρι να έρθει η ανάπτυξη”.
Ταυτόχρονα, οι κινητοποιήσεις δημιούργησαν την ευκαιρία για μια ευρύτερη κίνηση πληροφοριών στα μέσα κοινωνική δικτύωσης. Αυτός είναι ένας παράγοντας κοινωνικοποίησης που ήδη απο τις αραβικές κινητοποιήσεις φαίνεται να παίζει μεγάλο ρόλο, τόσο από την πλευρά του κράτους όσο και από τα κινήματα, καθώς αναδύεται ως μια de facto σημαντική μορφή κοινωνικότητας. Στο facebook και στο twitter άρχισαν να διακινούνται φήμες στην αρχή, και μετά αποδείξεις για πλαστούς πανεπιστημιακούς τίτλους υπουργών της κυβέρνησης και της αντιπολίτευσης. Οι πληροφορίες αυτές, σε συνδυασμό με την ευρύτερη ατμόσφαιρα που είχε δημιουργήσει το κίνημα οδήγησαν βουλευτές σε παραίτηση αλλά και τον υπουργό επιστημών και εκπαίδευσης. Αυτό έγινε σε συνδυασμό με την κλιμάκωση των κινητοποιήσεων τον Ιανουάριο, και τη σύγκρουση φοιτητών με αστυνομικές δυνάμεις εντός των πανεπιστημίων.
ΙΙΙ.Τα υπέρ και τα κατά.
Δεν θα μπορούσε κανείς να αρνηθεί τον ριζοσπαστικό χαρακτήρα ενός τέτοιου κινήματος ούτε την θετική παρακαταθήκη που αφήνει. Σε μια χώρα με χαμηλό επίπεδο κινητοποιήσεων με κοινωνικά αιτήματα, όπου οι διάφοροι αγώνες του παρελθόντος-όπως η εξέγερση το 1997- μένουν ασύνδετοι με την κινηματική συνέχεια ή χωρίς να αφήνουν κάποια θετική παρακαταθήκη, το φοιτητικό κίνημα στην Αλβανία είναι η πρώτη τέτοια στιγμή. Υπάρχει μια ολόκληρη γενιά ανθρώπων που πειραματίστηκε και πειραματίζεται ακόμα με το να έρχεται σε σύγκρουση με τις αστυνομικές δυνάμεις, να οργανώνει ανοιχτά φόρουμ συζητήσεων και αυτοργάνωσης στα πανεπιστήμια, και να δημιουργεί νέες μορφές συνδικαλισμού και ομάδων πίεσης, ανεξάρτητων από την πολιτική κρατική διαμεσολάβηση. Είναι δεδομένο ότι η εμπειρία στον δρόμο, μαθαίνει στους ανθρώπους να ξαναβγαίνουν άμα χρειαστεί.
Δεν θα πρέπει όμως να κλείσουμε τα μάτια μας στο μεγαλύτερο πρόβλημα που θέτει η μετα-σοσιαλιστική πραγματικότητα. Η πτώση του κομμουνισμού δεν ήταν απλά η πτώση των σοσιαλιστικών καθεστώτων αλλά η πτώση του κομμουνιστικού προτάγματος εν γένει και της “εργατικής αξιοπρέπειας” ως βάσης συγκρότησης των κινημάτων. Το κίνημα στην Αλβανία φέρει ένα πολύ τυπικό χαρακτηριστικό, το αίτημα για κοινωνική κινητικότητα προς τα πάνω. Είναι ένα κίνημα για ανατίμηση της ζωής, αλλά χωρίς το αίτημα για συνολικό μετασχηματισμό της κοινωνίας, δηλαδή για μια ολική ρήξη με τις καπιταλιστικές σχέσεις, και μια νέα μορφή ολικής συλλογικής ζωής πέρα από τις σφαίρα τις καπιταλιστικής ανταλλαγής. Τα κινήματα πρέπει να κρίνονται και από αυτή τη σκοπιά. Οι φοιτητές, και δικαίως στο πλαίσιο της πραγματικότητας τους, αντιδρούν στο κλείσιμο της πόρτας της αγοράς εργασίας προς τις ανώτερα αμειβόμενες ή μη χειρωνακτικές θέσεις εργασίας. Η μομφή για αυτό το γεγονός, και η απόδοση του στη διαφθορά και στα συμφέροντα μιας “σκιώδους αλβανικής ελίτ” δημιουργεί μια άρρητη λατρεία μιας μυθικής “ορθής αγοράς” που μέλλει να έρθει μόλις αυτοί που την εμποδίζουν παραιτηθούν ή φύγουν απ’ τη μέση. Η σύνδεση της εργατικής πραγματικότητας στην Αλβανία με μια ζωή διαλυμένη, η απουσία ουσιαστικών εργατικών αγώνων και η “αντικομματική” γραμμή της LPU δημιουργούν τον κίνδυνο για ένα συλλογικό όραμα, που διεκδικείται ριζοσπαστικά αλλά στοχεύει σε μια ουσιαστικά κεντρώα μεταρρυθμιστική πολιτική εξυγίανσης. Το όνειρο της υγιούς ΕΕ γεμάτης από δικαιώματα και παροχές, ως πολιτική υπόσταση της εύρυθμης αγοράς διαφαίνεται στον ορίζονται σαν μυθικό δέντρο μιας αγοραίας Εδέμ[1]. Αυτό όμως δεν είναι κάτι νέο. Το αλβανικό φοιτητικό κίνημα είναι το πρώτο μεγάλο κίνημα στη χώρα που δημιουργεί συλλογικές εμπειρίες, και φέρει εν γένει τα όρια και τις αντιφάσεις των αμιγώς φοιτητικών κινημάτων. Και οι προβληματισμοί που εκθέσαμε εδώ, στα πλαίσια συλλογικών συζητήσεων έστω και σε μοριακό επίπεδο έχουν ήδη εγερθεί. Κάθε τι πρέπει να κρίνεται τόσο στον ορίζοντα του, δηλαδή στο που καταλήγει, αλλά και στο ιστορικό του περιβάλλον. Η ρήξη και η διατάραξη της ησυχίας, είναι αν μη τι άλλο κάτι κάλο.
Υποσημειώσεις
[1] Ο αγγλόφωνος χαρακτήρας πολλών πανό που χρησιμοποιήθηκαν στις διαδηλώσεις δείχνει επίσης προς αυτή την κατεύθυνση και δεν πρέπει να υποτιμηθεί. Η απεύθυνση γίνεται σε κάποιον «προς τα έξω». Είναι η εκδήλωση, ασυνείδητα, και γι’ αυτό πιο επικίνδυνα ενός καπιταλιστικά φετιχιστικού φυλοδυτικισμού ως «υγιούς αγοράς».
Πηγές
http://www.criticatac.ro/lefteast/the-albanian-student-struggle-has-reached-historic-dimensions/
https://www.nature.com/articles/d41586-019-00144-7
https://balkaninsight.com/2019/01/10/albania-s-student-protesters-hail-victory-over-fear-01-09-2019/